ἡμαρτημένων

ἡμαρτημένων
ἁμαρτάνω
Acut. (Sp.)
perf part mp fem gen pl
ἁμαρτάνω
Acut. (Sp.)
perf part mp masc/neut gen pl
ἁμαρτέω
attend
perf part mp fem gen pl (attic epic doric ionic aeolic)
ἁμαρτέω
attend
perf part mp masc/neut gen pl (attic epic doric ionic aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • προσφορά — Στην οικονομική γλώσσα σημαίνει μία ποσότητα αγαθών ή υπηρεσιών που βρίσκεται διαθέσιμη στην αγορά σε μια δεδομένη στιγμή και σε μια καθορισμένη τιμή. Ο σχετικός καθορισμός της τιμής είναι απαραίτητος, γιατί η π. οποιουδήποτε αγαθού τείνει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”